Οι περισσότεροι από εμάς, βλέποντας με την πρώτη ματιά την ετικέτα μιας συσκευασίας καλλυντικού προϊόντος νοιώθουμε ότι έχουμε να κάνουμε με … αρχείο της NASA. Ωστόσο η ευρωπαϊκή νομοθεσία υποχρεώνει τις εταιρίες καλλυντικών να αναγράφουν στις συσκευασίες των προϊόντων ορισμένες πληροφορίες κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, καθώς γίνεται για την ασφάλεια κι ενημέρωση του καταναλωτή.
Αυτό που εμείς ως καταναλωτές μπορούμε να κάνουμε για να “κερδίσουμε” ό,τι περισσότερο μπορούμε από αυτές τις πληροφορίες, είναι να γνωρίσουμε ποια υλικά μας αρέσουν και ακόμα περισσότερο, εκείνα που θα πρέπει να αποφεύγουμε για κάποιο λόγο – για παράδειγμα επειδή έχουμε μια αλλεργία. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούμε μόνοι μας να κάνουμε έναν βασικό έλεγχο. Σε αυτό μπορούν να μας βοηθήσουν ειδικοί, όπως ο γιατρός μας. Ένα προϊόν δερματολογικά ελεγμένο είναι ασφαλές για το ευρύ κοινό, αλλά σίγουρα δεν έχει εξεταστεί για την κάθε ιδιαιτερότητα που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος.
Ας δούμε πέντε από τις πληροφορίες τις οποίες θα πρέπει οπωσδήποτε να γράφει η ετικέτα του προϊόντος μας, ή να υπάρχουν σε κάποιο άλλο σημείο της συσκευασίας:
1) Θα πρέπει να υπάρχει ένας άμεσος τρόπος επικοινωνίας με την εταιρεία.
2) Υποχρεωτικά αναγράφονται τα συστατικά του καλλυντικού με σειρά: Από αυτό που περιέχεται στη μεγαλύτερη ποσότητα (μέτρηση σε βάρος) προς αυτό που περιέχεται στη μικρότερη ποσότητα. Εδώ έρχεται το κλασικό ερώτημα “και πώς θα καταλάβω από όλα αυτά τα υλικά τι να προσέχω;” Καταρχάς μπορούμε να ψάξουμε για ο,τιδήποτε στο διαδίκτυο, όπου βρίσκονται απλές και κατανοητές πληροφορίες σχεδόν για τα πάντα – προσοχή όμως, μόνο από τεκμηριωμένες πηγές! Ακόμα πιο απλά, αυτό που σίγουρα μπορούμε να κάνουμε, είναι να γνωρίσουμε λίγο καλύτερα τον οργανισμό μας: Αν ξέρουμε ότι κάποιο υλικό είναι καλό να το αποφύγουμε – ή αν κάποιο υλικό μας αρέσει – τότε η δουλειά μας γίνεται πιο εύκολη. Μαθαίνουμε πώς μπορούμε να το αναγνωρίζουμε, πώς το αναζητάμε στην ετικέτα και σε ποια προϊόντα είναι πιθανό να το συναντήσουμε. Πάλι μία τεκμηριωμένη πηγή ή ένας ειδικός μπορεί να βοηθήσει πολύ σε αυτή την αναζήτηση.
3) Τα καλλυντικά που έχουν διάρκεια ζωής κάτω από 30 μήνες είναι υποχρεωτικό να αναγράφουν την ημερομηνία λήξεως. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι εάν δεν βλέπουμε ημερομηνία λήξεως το συγκεκριμένο καλλυντικό θα διατηρηθεί αναλλοίωτο για απεριόριστο χρόνο. Σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα θα πρέπει να το έχουμε καταναλώσει. Επιπλέον, ακόμα κι αν δεν έχουμε ξεπεράσει χρονικά την ημερομηνία λήξεως, αν παρατηρήσουμε στο καλλυντικό μας ορισμένες περίεργες ενδείξεις (άσχημη μυρωδιά, κυλίδες στην επιφάνεια) τότε το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να το πετάξουμε. Αυτό μπορεί να συμβεί από κακή χρήση του προϊόντος, για παράδειγμα μπορεί να μην κλείσαμε καλά το πώμα και να το αποθηκεύσαμε σε ένα μέρος όπου υπήρχε υπερβολική υγρασία, ή μπορεί να εκτέθηκε σε υπερβολικά υψηλή θερμοκρασία (40+ oC) για μεγάλο χρονικό διάστημα.
4) Θα πρέπει να αναγράφεται η ποσότητά του. Και αυτό για εμάς γίνεται! Ο όγκος μιας συσκευασίας μπορεί να μας παραπλανήσει. Αν όμως διαβάζουμε όλα τα στοιχεία, μας δίνεται η δυνατότητα να συγκρίνουμε προϊόντα του ίδιου είδους και να κρίνουμε ποιο έχει το καλύτερο value for money.
5) Εαν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ένα προϊόν με συγκεκριμένο τρόπο, θα υπάρχει υποχρεωτικά κάποια οδηγία ή προειδοποίηση. Για παράδειγμα, υπάρχουν προϊόντα που όταν τα εφαρμόσουμε θα πρέπει να μην εκθέσουμε το σώμα μας στον ήλιο για κάποια ώρα, ή συνδυασμοί προϊόντων που θα μας δώσουν το μέγιστο όφελος αν τα εφαρμόσουμε με συγκεκριμένη σειρά.
Με προσοχή και λίγο ψάξιμο η ζωή μας γίνεται αμέσως πιο όμορφη.
Πηγή:
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα, Κεφάλαιο VI, Άρθρο 19.